Σάββατο, Απρίλιος 20, 2024

agios vasileios

 

Όσο κι αν είν’ η καταχνιά

 

κι η σκοτεινιά μεγάλη,

 

θα τήνε βρει την περασιά

 

ο ήλιος να προβάλει

 

 

 Ο δικός μας Άι Βασίλης

 

Η Εταιρεία Κρητικών Σπουδών, μαζί με τις ευχές για τα Χριστούγεννα και τον Καινούριο Χρόνο, θέλησε να χαρίσει στα μέλη και τους φίλους της ένα δώρο που να ταιριάζει στο πνεύμα και στο ήθος του δικού μας ασκητικού Άι Βασίλη, ο οποίος, χωρίς να υποτιμά τις υλικές ανάγκες του ανθρώπου (η μια όψη της μεγαλοσύνης του ήταν η φιλανθρωπική δράση), δίνει την προτεραιότητα στις πνευματικές αξίες (η άλλη όψη της μεγαλοσύνης του ήταν η κλασική του παιδεία και η σοφή σύνθεση ελληνισμού και χριστιανισμού). Γι’ αυτό και ανάμεσα στα δώρα που σύμφωνα με την παράδοση έρχεται την Πρωτοχρονιά να μοιράσει, το πρώτο και καλύτερο είναι το αγαθό της γνώσης, που σε μας ποτέ δεν ήταν αμάρτημα προς τιμωρία αλλά ιδεώδες προς επίτευξη, αφορμή να γνωρίσομε σε βάθος τον εαυτό μας και να γίνομε καλύτεροι.

Παραθέτομε ένα σχετικό κείμενο του Δημήτρη Λουκάτου, πρώτου καθηγητή Λαογραφίας  και σοφού μελετητή του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, από το βιβλίο Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών (1979):

 

«Ο δικός μας άγιος Βασίλης ήταν ένας καθαρά πρωτοχρονιάτικος άγιος, κάτι ανάμεσα στον πραγματικό Ιεράρχη της Καισαρείας και σ' ένα πρόσωπο συμβολικό του Ελληνισμού, που ξεκινούσε από τα βάθη της ελληνικής Ασίας κι έφτανε την ίδια μέρα σ' όλα τα πλάτη, από τον Πόντο ως την Επτάνησο κι από την Ήπειρο ως την Κύπρο. Ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύστερ' από τα Χριστούγεννα, με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ' τους διάφορους τόπους, καλόβολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε. Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακί φορτωμένο με δώρα. Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό: το αγαθό της γνώσης και η καλοτυχία, ιδιαίτερα. Το μόνο κάπως συγκεκριμένο ήταν το μαγικό ραβδί του, απ' όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων της εύφορης γης, που με την ευλογία του πρόσφερε γενναιόδωρα παντού. Η πατρίδα του ανατολικού Άι-Βασίλη είναι η Μικρά Ασία, και είναι γραμματισμένος, κατάγεται από την Καισαρεία και «βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι» και προσφέρει ως δώρο «τη σταθερή και διαχρονική  χαρά της γνώσης».

Στην Δύση υπήρχε άλλος τύπος, αντίστοιχος του δικού μας Άι-Βασίλη, που προέρχεται από συμφυρμό παραμυθικών μορφών από ολλανδικούς, σκανδιναβικούς και αγγλοσαξονικούς μύθους, όπως ο Father Christmas και ο Pere Noel, με χριστιανικούς αγίους, τον Saint Nick / Pelze - Nicol και τον Sinter Klaas / Santa Claus, οι οποίοι έχουν συνδεθεί με τη γιορτή του Αγίου Νικολάου και τα Χριστούγεννα, αλλά όχι με την Πρωτοχρονιά.

Ο σημερινός «Άι-Βασίλης» είναι δημιούργημα του αγγλοσαξωνικού κόσμου και απηχεί την νοοτροπία του. Ο Αι-Βασίλης αυτός γεννήθηκε αρχές του 19ου αιώνα από έναν αστό προτεστάντη καθηγητή, τον Κλημέντιο Κλάρκ Μούρ πού έγραψε για τα παιδιά του μια ιστορία με ήρωα έναν Αι-Βασίλη, την The Night Before Christmas και δημοσιεύθηκε την 23 Δεκεμβρίου του έτους 1823 στην εφημερίδα «Sentinel». Η ιστορία αυτή εικονογραφήθηκε από τον πατέρα του χιουμοριστικού αμερικανικού σχεδίου Τόμας Νάστ, ο οποίος ήταν γερμανικής καταγωγής και δανείστηκε στοιχεία από την γερμανική λαϊκή παράδοση των Χριστουγέννων αλλά και την παραδομένη μορφή του πλανόδιου γερμανού εμπόρου.

Στις αρχές του αιώνα μας ο Δυτικός «Άι-Βασίλης» άλλαξε κάπως μορφή, και έγινε όπως ακριβώς τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτό συνετέλεσε η  Coca Cola. Κι αν ήταν ο σκιτσογράφος Τόμας Νάστ που τον φαντάστηκε πρώτος, περίπου όπως είναι σήμερα, η Coca Cola αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει η μορφή του τόσο δημοφιλής. Στα 1931, η Coca Cola αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Σάντα Κλάους στη χειμωνιάτικη διαφημιστική εκστρατεία της και ανέθεσε σε έναν άλλο αμερικανό καλλιτέχνη, τον Χάντον Σάνμπλομ, να τον σχεδιάσει. Εκείνος διάλεξε για τον Άγιο τα χρώματα της Coca Cola κι έτσι προέκυψε ο τύπος με τις μαύρες μπότες του, το μακρύ σκουφί του, το κόκκινο κοστούμι του και την άσπρη του γούνα, όπως τον γνωρίσαμε, σύμβολο της πλαστής ευμάρειας της δυτικής καταναλωτικής κοινωνίας.

Έτσι, μέσω της εμπορικής διαφήμισης, αυτός ο καλοθρεμμένος εποχούμενος δυτικός "τύπος", που μοιράζει την εφήμερη ηδονή της κατανάλωσης, εξοβέλισε τον δικό μας ασκητικό και εγγράμματο Άι-Βασίλη, που έρχεται, σεμνός και ακούραστος πεζοπόρος, από τα βάθη της ελληνικής Ανατολής, για να μας φέρει το ανεκτίμητο δώρο της γνώσης, την καλοτυχία και την ευφορία των καρπών της γης».

Αυτός, λοιπόν, ο Father Christmas ή Pere Noel, ή Santa Claus δεν έκλεψε μόνο το όνομα του Άι Βασίλη μας και τη θέση του στην καρδιά των παιδιών μας, μα −το χειρότερο− επικάλυψε και ισοπέδωσε, με την προτεραιότητα της καταναλωτικής συμπεριφοράς, τη διάκριση και την ιδιαίτερη πνευματική σημασία που έχει, μέσα στην ορθόδοξη παράδοση, η καθεμιά από τις δύο μεγάλες θρησκευτικές εορτές του Δωδεκαημέρου, τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά, η εορτή του Μεγάλου ταπεινού, Αγίου Βασιλείου.